Δείτε στιγμές από την ιστορία του “Βασίλαινα”, μιας ταβέρνας που για 80 περίπου χρόνια κράτησε ανοιχτή την πόρτα στον κόσμο της.
Ο Πειραιάς στις αρχές του 20ού αιώνα παρά τους πολέμους και τις αναταραχές στο ελληνικό κράτος, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, είναι μια πολύβουη και ζωντανή πόλη.
Ναυτιλία, εμπόριο και βιομηχανία έλκουν χιλιάδες εργατικά χέρια στον Πειραιά στις αρχές του 20ού αιώνα.
Η Μικρασιατική καταστροφή προσθέτει χιλιάδες πρόσφυγες.
"Πειραιάς" (αρ. έργου 4.829, αυγοτέμπερα. διαστάσεις 202 x 122 εκ.) Η δομή του πειραϊκού χώρου αποδίδεται ιδιοφυώς σε αυτό το έργο του Αγήνορα Αστεριάδη. Συλλογή Εθνικής Πινακοθήκης
Ο Θανάσης Βασίλαινας και η κυρά Ειρήνη στήνουν το μπακάλικό τους όπου πωλούν τη δική τους ρετσίνα από τα Μέγαρα και μερικούς μεζέδες για να μην την πίνουν ξεροσφύρι οι πελάτες.
Ο Θανάσης Βασίλαινας συλλαμβάνει μια πρωτότυπη επιχειρηματική ιδέα: προτείνει στους εργοστασιάρχες της βιομηχανικής περιοχής του Πειραιά προπληρωμένα γεύματα για τους εργάτες τους που παραδίδονται έτοιμα στην επιχείρηση. Ένα πρωτόλειο table d´hote 2-3 διαφορετικών πιάτων κάθε μέρα συνδυασμένο με delivery!
Ο «Βασίλαινας» γρήγορα αρχίζει να λειτουργεί και βράδυ με πελάτες τους ίδιους τους εργοστασιάρχες, τους καπεταναίους και τους εμπόρους του Πειραιά. Δεν επιτρέπεται να παραγγείλεις, σου σερβίρει ό,τι έχει ετοιμάσει.
Το μενού γιγαντώνεται και εκτός από τα ψάρια και τα θαλασσινά που αποτελούν τη βάση του, προστίθενται με τόλμη κοτόπουλο, λουκάνικα ή ντολμάδες.
Δεξιά: Η οδός Ευπλοίας, κοντά στο λιμάνι, ζωγραφισμένη από τον Γιάννη Τσαρούχη. Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη
Κάτω: Δεκαετία του '30. Φορτοεκφορτώσεις στο λιμάνι, με το φακό της Nelly's. Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη
Ο «Βασίλαινας» καθιερώνει το πρώτο menu degustation στην Ελλάδα που την εποχή εκείνη ονομαζόταν table d’hote.
Στο εστιατόριο δε σερβιριζόταν κανένα άλλο φαγητό εκτός από το μενού και οι πελάτες δεν είχαν τη δυνατότητα να παραγγείλουν a la carte.
Μετά τον πόλεμο, τα μεταλλικά τραπεζάκια αντικαθίστανται με ξύλινα, το ντουέτο των μουσικών αρχίζει να δίνει σχεδόν κάθε βράδυ τον τόνο στη διασκέδαση κι ο κόσμος αρχίζει να καταφθάνει στου «Βασίλαινα» φορώντας τα «καλά» του. Ο ιδιοκτήτης -πάντα ευθυτενής και συγκρατημένος- τσουγκρίζει ένα ποτήρι ρετσίνα με την παρέα των καλεσμένων του.
Ο γόης του κινηματογράφου Tyron Power και η παρέα του περνούν ένα υπέροχο βράδυ εκεί και αυτό αρκεί για να εντάξει το εστιατόριο στο hall of fame της νυχτερινής ζωής της μεταπολεμικής Αθήνας.
Πολιτικοί, καλλιτέχνες και δημοσιογράφοι τρώνε πλάι πλάι με απλούς ανθρώπους, τα ίδια φαγητά και με την ίδια περιποίηση. Χατζηκυριάκος – Γκίκας, Σεφέρης, Μυριβήλης, Winston Churchil, Elia Kazan και δεκάδες άλλοι παρελαύνουν από τα τραπέζια του και υπογράφουν στο βιβλίο εντυπώσεων. Τόπος συνάντησης επωνύμων αλλά και γαστρονομικής δημιουργίας.
Ο «παππούς» Θανάσης αποβιώνει και το τιμόνι του εστιατορίου αναλαμβάνει ο γιος του Γιώργος, χημικός Μηχανικός που αρχίζει να εφαρμόζει τις τεχνικές του γνώσεις στην τέχνη της κουζίνας.
Μια καινούρια αρχή! Για την επόμενη εικοσαετία, ο «Βασίλαινας» καθιερώνεται ως ένα από τα απόλυτα γαστρονομικά και κοσμικά hot spots της Αθήνας. Ο χώρος ανακαινίζεται και μετατρέπεται σε αστικό εστιατόριο με στοιχεία ρετρό. Ο Γιώργος Βασίλαινας, πειραματίζεται και εισάγει καινούρια – πειραγμένα για την εποχή τους – πιάτα όπως την περίφημη γαριδοσαλάτα με σως μουστάρδας και τον κολιό στην κατσαρόλα.
Οι αστέρες εξακολουθούν να συρρέουν. Άραβες, Κινέζοι και Γάλλοι διπλωμάτες, τα μπαλλέτα Μπαλσόι, αξιωματικοί του 6ου στόλου και τακτικοί όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, η Ειρήνη Παππά και ο Γιώργος Μουρσελάς. Ένας μικρός ΟΗΕ! Αλλά και χιλιάδες ανώνυμοι, διαχρονικά πιστοί φίλοι του που αποτελούν την ψυχή του εστιατορίου.
Κοσμικό, όμως, δε σήμαινε ποτέ χλιδάτο για το «Βασίλαινα». Διακρίσεις μεταξύ των πελατών δε γίνονται, όλοι τρώνε το ίδιο μενού και χαίρονται την ίδια περιποίηση.
Στου «Βασίλαινα» δεν επιτρεπόταν σε κανέναν να παραγγείλει a la carte. Το μενού του ήταν μια ατελείωτη αλληλουχία από δεκάδες πιάτα που έφταναν το ένα μετά το άλλο στο κάθε τραπέζι. Το προσωπικό χρειαζόταν ώρες πολλές προετοιμασίας ενώ η κατανάλωσή του διαρκούσε τουλάχιστον 2-3 ώρες.
Οι επώνυμοι επισκέπτες ήταν για τους ανθρώπους του «Βασίλαινα» κάτι σαν δεύτερη οικογένεια, ένας κύκλος ξεχωριστών ανθρώπων που, απενδυμένοι την κοσμική τους αίγλη, έτρωγαν, έπιναν και συζητούσαν ως αργά τη νύχτα. Ήταν η Δέσπω που «μια μέρα, προς το τέλος της, τη σερβίραμε κάτω, σε ένα τραπέζι για δύο, καθώς δεν μπορούσε να ανέβει τις σκάλες ως την ταράτσα», ο Μιχάλης, ο Σταμάτης.
Ο «Βασίλαινας» κλείνει με το θάνατο του δεύτερου ιδιοκτήτη του, Γιώργου.
Με σπουδές οικονομικών στην Ελλάδα και στη Γαλλία, ο Θανάσης έχει περάσει τα παιδικά του χρόνια στην κουζίνα του πατέρα του και έχει την εστίαση στο DNA του.
Το εστιατόριο ανακαινίζεται και εκσυγχρονίζεται, στήνεται με βάση τις αρχές ενός σύγχρονου χώρου εστίασης που διατηρείται, όμως, κοντά στη γαστρονομική παράδοση. Ο Θανάσης δίνει τον χαρακτήρα της σύγχρονης δημιουργικής ελληνικής κουζίνας στη μαγειρική του και τον οινικό προσανατολισμό στο εστιατόριο.
Κρατά το menu degustation (με λιγότερα πιάτα, προσαρμοσμένο στις διατροφικές τάσεις της εποχής), την προσήλωση στις άριστες πρώτες ύλες και την άψογη εξυπηρέτηση.
Η σκυτάλη έχει δοθεί επιτυχώς στην 3η γενιά και το εστιατόριο βραβεύεται ανελλιπώς κάθε χρόνο! Εντωμεταξύ, η τέταρτη γενιά παίρνει σιγά σιγά τη σειρά της…
Ο «Βασίλαινας» παίρνει την ιστορική απόφαση να μετακομίσει από την Αγιά Σοφιά στο κέντρο της Αθήνας, πίσω από το Χίλτον, στο κτήριο της οδού Βρασίδα 13 όπου μέχρι πρότινος στεγαζόταν το ιστορικό εστιατόριο «Αλάτσι».
Η δύσκολη αυτή απόφαση ήταν αποτέλεσμα της ανάγκης να βρεθεί σε έναν χώρο που να προσαρμόζεται περισσότερο στο σημερινό πρόσωπο του εστιατορίου, που να του επιτρέψει να αναπτύξει όλο του το δυναμικό. Άλλωστε, και η Αγιά Σοφιά έχει αλλάξει πια… Ταυτόχρονα, αυτή η μετακίνηση ικανοποιεί το πάγιο αίτημα πολλών φίλων του εστιατορίου που δυσκολεύονταν να το επισκεφτούν τακτικά λόγω της θέσης του. Η μεταφορά στο κέντρο της πόλης θα επιτρέψει στο εστιατόριο να ξαναβρεί και το αλλοδαπό κοινό του από το οποίο τόσο γενναιόδωρα είχε στηριχθεί παλαιότερα.
Ο χώρος ανακαινίζεται εκ βάθρων και ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός ανατίθεται στους διακεκριμένους αρχιτέκτονες Μαρία Κοκκίνου και Ανδρέα Κούρκουλα. Οι δυό τους, με έργα όπως το Μουσείο Μπενάκη επί της οδού Πειραιώς στο βιογραφικό τους, φέρνουν σε πέρας το έργο τους με πολλή ευαισθησία και σεβασμό τόσο στον χώρο όσο και στην ιστορία του «Βασίλαινα». Σ’ αυτό τον χώρο, δίπλα στις παντοτινές αθηναϊκές νεραντζιές της οδού Βρασίδα, ελπίζουμε ότι θα γιορτάσουμε σύντομα τα εκατοστά μας γενέθλια!